Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2012

Tom Behan: Arditi del popolo. Η ιστορία της πρώτης αντιφασιστικής οργάνωσης και η αποτρέψιμη άνοδος του Μπενίτο Μουσολίνι

Αναδημοσίευση βιβλιοκριτικής από το "Σοσιαλισμό από τα κάτω". Ο Σπύρος Μαρκέτος και ο Πέτρος Κωνσταντίνου παρουσιάζουν το βιβλίο «Arditi del popolo - η ιστορία της πρώτης αντιφασιστικής οργάνωσης» του Tom Behan στο Πολιτιστικό Κέντρο Εξαρχείων του Δ. Αθηναίων, Τσαμαδού 9, στις 7μμ τη Δευτέρα 29 Οκτώβρη.

«Ηταν η άνοδος του φασισμού αναπόφευκτη ή ένας άλλος κόσμος ήταν εφικτός στην Ιταλία, 80 χρόνια πριν;»
Αυτό είναι το κεντρικό ερώτημα με το οποίο καταπιάνεται στο βιβλίο Arditi del popolo, η ιστορία της πρώτης αντιφασιστικής οργάνωσης και η αποτρέψιμη άνοδος του Μπενίτο Μουσολίνι που κυκλοφόρησε πρόσφατα από το Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, ο Tom Behan (1957-2010), καθηγητής Ιταλικών Σπουδών στο Κεντ και για πάνω από 30 χρόνια μέλος του SWP στη Βρετανία.
Tom Behan: Arditi del popolo. Η ιστορία της πρώτης αντιφασιστικής οργάνωσης και η αποτρέψιμη άνοδος του Μπενίτο ΜουσολίνιΠρόκειται για ένα εξαιρετικά επίκαιρο βιβλίο, καθώς το ίδιο ερώτημα βασανίζει και σήμερα εκατοντάδες χιλιάδες αγωνιστές που βλέπουν τους νεοναζί της Χρυσής Αυγής να σηκώνουν κεφάλι και θέλουν να τους σταματήσουν. Στις 200 περίπου σελίδες του βιβλίου που πρωτοκυκλοφόρησε στα αγγλικά το 2003, ο συγγραφέας παρουσιάζοντας την άγνωστη για πολλούς ιστορία των Arditi del Popolo, αναλύει τις αιτίες που γέννησαν το φασισμό στην Ιταλία, εντοπίζει τις δυνατότητες που είχε το εργατικό κίνημα να τους σταματήσει, αλλά και την αδυναμία και τα λάθη της Αριστεράς να βοηθήσει σε αυτήν την κατεύθυνση.
Οσοι έχουν δει το κλασσικό αριστούργημα του Μπερτολούτσι «1900», ίσως να θυμούνται τη σκηνή που οι γαιοκτήμονες τρομαγμένοι και απηυδησμένοι από την ανικανότητα του κράτους να τα βάλει φραγμό στο εργατικό κίνημα συγκεντρώνονται σε μια εκκλησία και αποφασίζουν να χρηματοδοτήσουν και να στηρίξουν τις φασιστικές συμμορίες. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε τελειώσει με επαναστάσεις από τα κάτω και το μήνυμα της Οκτωβριανής επανάστασης απλωνόταν σαν φωτιά σε όλη την Ευρώπη σπέρνοντας το φόβο στην άρχουσα τάξη.
Στην Ιταλία, στη διάρκεια της «Κόκκινης Διετίας» του 1919-20, με τις γενικές απεργίες και τις καταλήψεις εργοστασίων η εργατική τάξη έφτασε κυριολεκτικά μια αναπνοή μακριά από μια νικηφόρα επανάσταση. Γράφοντας εκείνη την περίοδο, ο αναρχικός ηγέτης Ενρίκο Μαλατέστα έγραφε: «Αν αφήσουμε αυτήν την ευνοϊκή στιγμή να πετάξει, αύριο θα πληρώσουμε με δάκρυα και αίμα το φόβο που προκαλέσαμε στην αστική τάξη».
Την αποτυχία του Σοσιαλιστικού Κόμματος PSI να αρπάξει την ευκαιρία και να οργανώσει την εργατική επανάσταση, ακολούθησε η γέννηση του ιταλικού φασισμού με ηγέτη το Μουσολίνι με μοναδικό στόχο τη διάλυση του εργατικού κινήματος, που άρχισε να εκφράζεται με ένα μεγάλο κύμα εμπρησμών, δολοφονικών επιθέσεων, τρομοκρατίας και προσπάθειας των φασιστικών συμμοριών να δείξουν ότι κυριαρχούν στο δρόμο.
Ο Μουσολίνι, που οργάνωσε τις φασιστικές συμμορίες στρατολογώντας αρχικά πρώην αξιωματικούς, εθνικιστές στρατιώτες, φοβισμένους μικροαστούς, απογοητεύμενους άνεργους και υπόκοσμο είχε την πλήρη υποστήριξη του κρατικού μηχανισμού: «Ο λόγος για τον οποίο οι φασίστες δρούσαν ατιμώρητοι είχε να κάνει με τη συμπάθεια που είχαν οι φασίστες στο κρατικό μηχανισμό, στην ουσία οι δυνάμεις της αστυνομίας ενθάρρυναν και συνεισέφεραν στην ατιμωρησία των φασιστών…», γράφει ο Behan.
Ομως η μάζα των βετεράνων που επέστρεφε από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ιταλία, που όπως και σε άλλες χώρες την ίδια περίοδο βρέθηκε στο κέντρο του επαναστατικού κινήματος. Πρώην Αrditi, («γενναίοι» όπως ονομάζονταν οι επίλεκτες μονάδες του ιταλικού στρατού στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο) πρωτοστάτησαν και στην αντιφασιστική δράση. Η απάντηση στη φασιστική τρομοκρατία ήταν η ίδρυση το καλοκαίρι του 1921 των “Arditi del popolo” των «λαϊκών ομάδων κρούσης», από βετεράνους στρατιώτες και τα πιο μαχητικά κομμάτια της εργατικής τάξης. Οι Arditi πολύ γρήγορα έχτισαν τοπικές μαζικές οργανώσεις σε μια σειρά από περιφέρειες σε όλη την Ιταλία στις οποίες συμμετείχαν πλήθος κομμουνιστών, σοσιαλιστών, αναρχικών και γενικότερα αντιφασιστών εργατών που αποφάσισαν να εξοπλιστούν και να αντισταθούν – χωρίς να έχουν όμως την υποστήριξη των ηγεσιών του Σοσιαλιστικού Κόμματος, αλλά ούτε και του νέου Κομμουνιστικού Κόμματος που είχε μόλις ιδρυθεί μετά την αποχώρηση από το PSI της επαναστατικής πτέρυγας.
Ό,τι και να πίστευαν οι ηγεσίες, η ίδρυση των Αrditi προέκυψε από την ανάγκη των εργατών να οργανώσουν τη φυσική αντίσταση στο όργιο βίας και τρομοκρατίας των φασιστών: «Η τεράστια κλίμακα αυτών των επιθέσεων ήταν που οδήγησε ριζοσπαστικά στοιχεία της εργατικής τάξης να επιμένουν για την ανάγκη οργάνωσης της φυσικής προστασίας απέναντι στις φασιστικές ομάδες. Και ο λόγος που αυτή η ανάγκη έμπαινε τόσο επιτακτικά ήταν το γεγονός ότι το PSI πέρα από τις αμέτρητες επερωτήσεις στο κοινοβούλιο δεν έκανε τίποτε για να οργανώσει στρατιωτική άμυνα..», γράφει χαρακτηριστικά ο Βehan.
Οι Arditi ήταν “πολλές σημαίες που εξέφραζαν διαφορετικές ιδέες, αλλά συναντήθηκαν σε ένα ενιαίο στρατό με ένα σκοπό: να προωθήσουν τη δική τους απελευθέρωση”, όπως έλεγε χαρακτηριστικά στην ομιλία του ο Μπομπάτσι, αντιπρόσωπος το 1920 στο συνέδριο της Γ' Διεθνούς στη μεγάλη συγκέντρωση που πραγματοποίησαν στη Ρώμη το στις 6 Ιουλίου του 1921. Οι συγκεντρωμένοι τον υποδέχτηκαν φωνάζοντας “ζήτω η Ρωσία, ζήτω ο Κομμουνισμός”. Δεν είχαν να κάνουν με ατομική τρομοκρατία και τρομοκρατικές ενέργειες, ήταν μια στρατιωτική οργάνωση που είχε σκοπό να κατατροπώσει τη φασιστική βία που περιφερόταν χτυπώντας από πόλη σε πόλη.
Και σε πολλά σημεία τα κατάφεραν: Στην πόλη της Σαρτσάνα. Στην αποτυχημένη πρώτη πορεία του Μουσολίνι προς τη Ρώμη. Και βέβαια στην ηρωική νικηφόρα αντίσταση – το Σεπτέμβρη του 1922 ένα μόλις μήνα πριν την άνοδο των φασιστών στην εξουσία – της Πάρμα, που μπορεί να διαβάσει κανείς στο κεφάλαιο του βιβλίου με τίτλο Parma bell’ arma (Πάρμα, όμορφα οπλισμένη).
Αμέσως κιόλας μετά την πρώτη επιτυχία των Αrditi το καλοκαίρι του 1921 στη Σαρτσάνα, ο Μουσολίνι φοβούμενος ότι μια σειρά από ήττες θα έριχναν το ηθικό των μελανοχιτώνων δήλωσε στο κοινοβούλιο την πρόθεσή του να προσφέρει «κλάδο ελαίας» στην Αριστερά. Αυτό είχε σαν συνέπεια το φασιστικό κίνημα να φτάσει κοντά στην διάσπαση, καθώς το σκληροπυρηνικό κομμάτι των φασιστών δεν ήθελε ελιγμούς.
Ομως το PSI αντί να αρπάξει την ευκαιρία, συνθηκολόγησε και ξεκαθάρισε «ότι δεν συνδέεται με την οργάνωση Arditi και τις δραστηριότητές της». Οι ηγέτες του πίστευαν ότι πλησιάζει η στιγμή που θα έρθουν στην κυβέρνηση «έχοντας μια αντίληψη του 19ου αιώνα για την πολιτική και το κοινοβούλιο – ενός σαλονιού από φωτισμένους άντρες που υπογράφουν έντιμες συμφωνίες μεταξύ τους, πίστευαν ότι το κατεστημένο θα προτιμάει πάντα αυτούς», γράφει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας. Για τους ηγέτες του PSI, η εγκατάλειψη της προοπτικής της επανάστασης σήμανε και την πλήρη αδυναμία τους να υπερασπίσουν ακόμα και την ίδια την αστική δημοκρατία απέναντι στο φασισμό.
Το νεοσύστατο ΚΚ θα μπορούσε να μπει δυναμικά μέσα στο κίνημα των Arditi εξοπλίζοντας πολιτικά, οργανώνοντας την άμυνα απέναντι στους φασίστες, προκειμένου το εργατικό κίνημα να μπορέσει να περάσει ξανά στην αντεπίθεση, σε συνθήκες που παρά την υποχώρηση το ζήτημα της παγκόσμιας επανάστασης ήταν ακόμα ανοιχτό. Δυστυχώς, οι ηγέτες του, με φωτεινή εξαίρεση τον Α. Γκράμσι, στάθηκαν σεχταριστικά απέναντι στους Arditi, ότι δεν είναι αρκετά «ξεκάθαροι», κατηγορώντας τους σαν «αμφιλεγόμενους» και καλώντας τα μέλη του «να μη συμμετάσχουν στις οργανώσεις τους». Ηταν «απασχολημένοι να εξετάζουν με μεγεθυντικό φακό το κίνημα για να δουν αν είναι επαρκώς μαρξιστικό», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ειρωνικά σε ένα γράμμα της η Κομιντερν προς τους ιταλούς κομμουνιστές.
Το φθινόπωρο του 1922, στη δεύτερη πορεία προς της Ρώμη, προσκεκλημένος από την ίδια την άρχουσα τάξη ο Μουσολίνι κατάφερε να βγει νικητής. Πέντε χρόνια αργότερα, απευθυνόμενος στο Μουσολίνι, ο Τσώρτσιλ θα πει: «Το κίνημά σας προσέφερε υπηρεσία σε ολόκληρο τον κόσμο…Η Ιταλία παρείχε το απαραίτητο αντίδοτο στο ρωσικό δηλητήριο…». Ο ίδιος ο Μουσολίνι θα ανέφερε σε ένα βιογράφο του ότι αν το παράδειγμα της Πάρμα είχε ακολουθήσει και αλλού το “δικαίωμα” των φασιστών «να ελέγχουν τη δημόσια ζωή θα ήταν υπό συζήτηση».
«Δύο είναι τα διδάγματα αυτής της ιστορίας για τους αντιφασίστες και την Αριστερά σήμερα», γράφει ο συγγραφέας. «1) Η ανάγκη να μην βάζουν την ιδεολογική καθαρότητα σαν προϋπόθεση για τη συμμετοχή τους σε ένα αντιφασιστικό αγώνα και 2) να μην έχουν καμιά εμπιστοσύνη ότι το κοινοβούλιο και η αστυνομία θα σταματήσουν την άνοδο του φασισμού. Δίπλα σε αυτές τις δύο αρχές που παραμένουν εξαιρετικά επίκαιρες στην πάλη ενάντια στο φασισμό σήμερα, η ιστορία των Arditi αντιπροσωπεύει επίσης και μια πολύ πιο θετική και δελεαστική πρόταση – το πώς ο ιταλικός φασισμός μπορούσε να είχε ηττηθεί».
Τιμή 11 €, 192 σελίδες
Εκδόσεις Μαρξιστικού Βιβλιοπωλειου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου