Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2016

Ουδέν νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο



Μέχρι τον Ιανουάριο επιμηκύνει τώρα η κυβέρνηση το χρονοδιάγραμμα για χρέος και ποσοτική χαλάρωση – Καμιά ένδειξη ότι οι δανειστές θα ανταποκριθούν

Ούτε αυτή την εβδομάδα γίναμε σοφότεροι ως προς τη λύση της εξίσωσης «αξιολόγηση- χρέος- ποσοτική χαλάρωση- έξοδος στις αγορές», το οποίο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ έχει αναγάγει σε μείζον θέμα, αν και το πραγματικό όφελος για την κοινωνία από την προωθούμενη λύση είναι δυσδιάκριτο.

Η τελετουργία της πρώτης αξιολόγησης κλείνει τυπικά τη Δευτέρα, με την εκταμίευση του υπολοίπου (1,7 δισ.) της υποδόσης, ενώ ταυτόχρονα άνοιξε η δεύτερη αξιολόγηση, με ασαφές χρονοδιάγραμμα. Η κυβέρνηση βάζει ως «ημερομηνία λήξης» την 5η Δεκεμβρίου, οπότε είναι προγραμματισμένη η τελευταία συνεδρίαση του Eurogroup για το 2016. Την έθεσε επίσημα, δια του πρωθυπουργού στις Βρυξέλλες που προέβαλε ως επόμενο ορόσημο την ένταξη της Ελλάδας στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ τον Ιανουάριο. Όμως, δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη ότι θα έχει στο μεταξύ εκπληρωθεί το κυβερνητικό «προαπαιτούμενο», δηλαδή η ανακοίνωση των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους (τουλάχιστον) των βραχυπρόθεσμων, και μάλιστα «ταυτόχρονα», κατά την έκφραση που χρησιμοποίησε ο πρωθυπουργός στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβερνητική εκπρόσωπος μετρίασε την απολυτότητα της φράσης μιλώντας για συμφωνία για το χρέος αμέσως μετά την αξιολόγηση. Ευκαιρίας δοθείσης, και με δεδομένη την αβεβαιότητα στα μέτωπα με τους δανειστές, άνοιξε και το κεφάλαιο της ενδοκυβερνητικής ομφαλοσκόπησης, προαναγγέλλοντας «ριζικό, δομικό ανασχηματισμό».

Αμετακίνητοι οι «παίκτες»

Όποια παράλληλη ανάγκη και αν επέβαλε στον πρωθυπουργό και το επιτελείο του την αλλαγή προτεραιοτήτων, είναι βέβαιο ότι η βασική πηγή της είναι το θολό τοπίο στο μέτωπο του χρέους. Στο οποίο, οι βασικοί παίκτες μένουν αμετακίνητοι στις θέσεις τους: 
Ο Β. Σόιμπλε, τρεις φορές την τελευταία βδομάδα επανέλαβε – με εξαιρετική ακρίβεια στη χρήση των λέξεων _ την ίδια θέση: «Όλοι προσποιούνται ότι κάποια μορφή ελάφρυνσης του χρέους θα έκανε καλύτερα τα πράγματα στην Ελλάδα. Το μόνο πράγμα που θα άλλαζε είναι ότι θα μειωθεί ακόμη περισσότερο γενικά κάθε βούληση για να ασχοληθούν με μερικές μεταρρυθμίσεις», είπε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, καθιστώντας σαφές ότι θα συνεχίσει να μπλοκάρει την πολυαναμενόμενη κίνηση του ESM. 
Αλλά και ο Μάριο Ντράγκι, από τον οποίο πολλοί προσδοκούν να παίξει ρόλο από μηχανής θεού, δεν μας έκανε σοφότερους. Αν και η δήλωσή του την Πέμπτη, κατά τις ανακοινώσεις των αποφάσεων της ΕΚΤ, ερμηνεύτηκε από την κυβέρνηση ως θετικό μήνυμα, το μόνο που είπε είναι, ότι η συζήτηση για αγορά ελληνικού χρέους από την ΕΚΤ είναι «πρώιμη» και ότι σε κάθε περίπτωση η ΕΚΤ θα προβεί σε αξιολόγηση του χρέους «ανεξάρτητα». Δηλαδή, δεν θα περιμένει το ΔΝΤ ούτε θα συντονιστεί μ’ αυτό. Αυτό σημαίνει δύο τινά: πρώτον, ότι η ΕΚΤ θεωρεί μάλλον δεδομένο ότι το ΔΝΤ θα κάνει αρνητική έκθεση βιωσιμότητας τον Νοέμβριο και δεν θα αποφασίσει συμμετοχή του σε δανεισμό, τουλάχιστον προς το παρόν, και δεύτερον ότι η ίδια η ΕΚΤ δεν δεσμεύεται για τη δική της αντίστοιχη κίνηση από το χρονοδιάγραμμα «μέχρι το τέλος του έτους». 
Καμιά αλλαγή δεν υπάρχει και μεταξύ «συμμάχων» και «αντιπάλων» της κυβέρνησης στην Ε.Ε. Οι συναντήσεις του πρωθυπουργού στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής πρόσθεσαν μια γενική τοποθέτηση του Ολάντ υπέρ της τήρησης των αμοιβαίων δεσμεύσεων. Η Μέρκελ παρέπεμψε στον Σόιμπλε, η Κομισιόν παραμένει σε στάση λεπτής ακροβασίας και η «παρεξήγηση» με τον Σουλτς, που δήλωσε έκπληξη για τις πληροφορίες περί πρωτοβουλίας του Ευρωκοινοβουλίου για το ελληνικό χρέος, καταδεικνύει μεταξύ άλλων τη συνοχή που χαρακτηρίζει τη γερμανική πολιτική ελίτ: κανείς δεν «πουλάει» κανέναν. 
Με δεδομένο ότι και το ΔΝΤ μένει αμετακίνητο, οι κυβερνητικές ελπίδες μετατίθενται τώρα στην παρέμβαση Ομπάμα, που θα κάνει ένα πέρασμα από την Αθήνα στα μέσα Νοέμβρη, στο πλαίσιο της αποχαιρετιστήριας περιοδείας του στην Ευρώπη, με τελικό σταθμό το Βερολίνο. Θα έχουν προηγηθεί οι αμερικανικές εκλογές και, αν δεν έχει μεσολαβήσει κάποιο σοκ με νίκη του Τραμπ, ο Ομπάμα αναμένεται να ασκήσει κάποια πίεση, αντίστοιχη με τη γενική ρητορική κατά της λιτότητας που άσκησε με την ευκαιρία της επίσκεψης του Ιταλού πρωθυπουργού στις ΗΠΑ. Ωστόσο, τα περιθώρια γι’ αυτήν την πίεση δεν είναι μεγάλα: η αμερικανική ηγεσία ούτε θέλει, ούτε μπορεί να επιβάλει στο ΔΝΤ άνευ όρων συμμετοχή στο ελληνικό πρόγραμμα, ενώ κατανοεί και τα πολιτικά όρια της Μέρκελ και του κόμματός της. 

Δυο σενάρια για ΔΝΤ και ESM

Τα χρονικά περιθώρια είναι στενά. Ακόμη κι αν θεωρήσουμε ότι ο ορίζοντας της 5ηςΔεκεμβρίου δεν είναι ρεαλιστικός για κάποιας εκδοχής συμβιβασμό, το επόμενο ορόσημο δεν πάει πέρα από τα τέλη Φεβρουαρίου. Έπειτα αρχίζει ένα σερί εκλογικών αναμετρήσεων σε Ολλανδία, Γαλλία και τελικά στη Γερμανία που θα παγώσει κάθε διεργασία στην Ε.Ε. Κι αυτό, αν δεν έχει μεσολαβήσει κάποιος ιταλικός «σεισμός» στο δημοψήφισμα του Ρέντσι. Σ’ αυτό το διευρυμένο, τετράμηνο χρονοδιάγραμμα, μεταξύ Κομισιόν, ΕΚΤ, ESM και ΔΝΤ εξετάζονται εναλλακτικά σενάρια που ενδέχεται να βγάλουν όλους τους «παίκτες» από τη δύσκολη θέση.

Ένα από τα σενάρια αυτά αφορά την αναζήτηση εναλλακτικού ρόλου για το ΔΝΤ στο τρίτο Μνημόνιο, που δεν θα απαιτεί να χαρακτηρίσει βιώσιμο το χρέος. Αυτό θα μπορούσε να γίνει είτε με έναν αναβαθμισμένο ρόλο συμβούλου για το Ταμείο (όχι απλά «παρατηρητή»), είτε με πολύ μικρό, συμβολικό δανεισμό (αν και ακόμη και γι’ αυτό το καταστατικό του θέτει κριτήρια βιωσιμότητας).

Το δεύτερο σενάριο φέρει τον ESM να επιχειρεί μια αθόρυβη, βραχυπρόθεσμη de facto αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, χωρίς να χρειαστεί καν να την ανακοινώσει. Αυτή μπορεί να προκύψει μέσα από την αναχρηματοδότηση του δικού του δανεισμού, δηλαδή με αντικατάσταση μέρους των ελληνικών ομολόγων που κατέχει με άλλα, ελαφρώς μεγαλύτερης διάρκειας και σταθερού επιτοκίου. Αυτό απαιτεί «εθελοντές» από τις αγορές, δηλαδή επενδυτικά κεφάλαια πρόθυμα να εμπλακούν σ’ αυτήν την απομόχλευση του χρέους μέσα από παράγωγα προϊόντα. Η προθυμία δεν είναι δεδομένη. Αν πάντως προκριθεί μια τέτοια λύση, αυτή με τη σειρά της, θα διευκόλυνε και την επόμενη κίνηση της ΕΚΤ.

Σαρωτική «αναδιάρθρωση»

Φυσικά, όλα αυτά ηχούν σαν συζητήσεις για το φύλο των αγγέλων, μπροστά στο εύρος και το βάθος των καταστροφικών αλλαγών που γίνονται δια του Μνημονίου στην ελληνική οικονομία. Πέρα από τις διαπραγματεύσεις στα εργασιακά, που θα αποδώσουν πιθανότατα μια τυπική αποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων, χωρίς ουσιαστική επίδραση στην εργασιακή ζούγκλα που επικρατεί, η διαχείριση των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων και το υπό συζήτηση νομοσχέδιο για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό αποτελούν τα νέα εργαλεία για το μεγάλο ξεκαθάρισμα στην παραγωγική βάση της χώρας. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ο SSM, o εποπτικός μηχανισμός των ευρωπαϊκών τραπεζών, απαιτεί πριν την εφαρμογή του εξωδικαστικού συμβιβασμού, οι τράπεζες να σταματήσουν να συντηρούν τις επιχειρήσεις που δεν είναι βιώσιμες. Αυτό σημαίνει ότι το επόμενο κύμα «αναδιάρθρωσης», μέχρι τέλος του χρόνου ή τις αρχές του 2017, θα βρει χιλιάδες επιχειρήσεις στα πρόθυρα λουκέτου. Κι αν το λουκέτο μπορεί να θεωρηθεί ένα δίκαιο τέλος για τους «επιχειρηματίες» που τις φέσωσαν, δεν ισχύει το ίδιο για τους χιλιάδες εργαζόμενους που θα μείνουν άνεργοι και για την υποδομή που θα οδηγηθεί σε απαξίωση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου